Παράδοση
Η παράδοση στην Κάσο συνδέεται με τα περίφημα πανηγύρια, τη μουσική, τους χορούς (σούστα και ζερβός), τις μαντινάδες, τα φαγητά της τοπικής κουζίνας (μακαρούνες με σιτάκα, ντολμαδάκια, κασιώτικο πιλάφι), την αρχιτεκτονική, με γιορτές όπως η επέτειος του Ολοκαυτώματος ή έθιμα σαν αυτό του αποχαιρετισμού στο λιμάνι, μέχρι και πολύ σύγχρονα δρώμενα που έχουν πλέον καθιερωθεί ως σπουδαία πολιτιστικά γεγονότα για τον τόπο, όπως η ετήσια αυγουστιάτικη συναυλία.
Η παράδοση στην Κάσο συνδέεται με τα περίφημα πανηγύρια, τη μουσική, τους χορούς (σούστα και ζερβός), τις μαντινάδες, τα φαγητά της τοπικής κουζίνας (μακαρούνες με σιτάκα, ντολμαδάκια, κασιώτικο πιλάφι), την αρχιτεκτονική, με γιορτές όπως η επέτειος του Ολοκαυτώματος ή έθιμα σαν αυτό του αποχαιρετισμού στο λιμάνι, μέχρι και πολύ σύγχρονα δρώμενα που έχουν πλέον καθιερωθεί ως σπουδαία πολιτιστικά γεγονότα για τον τόπο, όπως η ετήσια αυγουστιάτικη συναυλία.
Πανηγύρια
Τα πανηγύρια της Κάσου είναι η επιτομή της τοπικής παράδοσης, το απόλυτο πολιτιστικό γεγονός και η σπουδαιότερη διαχρονικά μορφή διασκέδασης για τους ντόπιους που έχει κάνει το νησί ευρύτερα γνωστό, ενώ αναδεικνύει και τον μοναδικό μουσικοχορευτικό χαρακτήρα του.
Ως συστατικό στοιχείο της τοπικής κουλτούρας, πραγματοποιούνται κάθε εποχή του χρόνου σε διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, γάμους, βαφτίσεις ή στις μεγάλες θρησκευτικές γιορτές προς τιμήν των Αγίων στις αυλές των εκκλησιών και συγκεντρώνουν όλους τους κατοίκους και τους επισκέπτες του νησιού. Περιλαμβάνουν λαϊκή μουσική με τραγούδια, χορό, εξαιρετικό φαγητό (και μάλιστα δωρεάν) και άφθονο κρασί ή τσικουδιά, σε γλέντια που κρατούν μέχρι πρωίας.
Στα πανηγύρια, τηρείται εδώ και αιώνες το ίδιο τελετουργικό. Τα μαγειρεία με τα μεγάλα «μαντροκάζανα» και τις «παρανιστιές» που καίνε τα ξύλα, είναι άβατο για τις γυναίκες. Οι άντρες μαγειρεύουν στα καζάνια το κρέας και το πιλάφι (ξεχωριστά) και τηγανητές πατάτες φορώντας λευκές ποδιές και αφού ετοιμαστεί το φαγητό, σχηματίζουν μια ανθρώπινη αλυσίδα και σερβίρουν τον κόσμο περνώντας τα πιάτα από χέρι σε χέρι. Η παράδοση αναφέρει ότι πρώτα τρώνε οι γυναίκες και τα παιδιά και μετά οι άντρες. Οι οργανοπαίχτες παίζουν με τη λύρα και το λαούτο παραδοσιακές μελωδίες, τραγουδώντας ταυτόχρονα μαντινάδες και προ(σ)καλώντας τον κόσμο να χορέψει τους χορούς των πανηγυριών, τη σούστα και το ζερβό.
Το μεγαλύτερο πανηγύρι είναι αυτό της «Πέρα Παναγιάς» που λαμβάνει χώρα στο χωριό Παναγία το Δεκαπενταύγουστο και συγκεντρώνει πάνω από 2.000 επισκέπτες. Οι προετοιμασίες αρχίζουν αρκετές μέρες πριν: το καμπαναριό της εκκλησίας στολίζεται με τα πολύχρωμα «σινιάλα», τις σημαίες επικοινωνίας των πλοίων, οι γυναίκες καθαρίζουν πατάτες και κρεμμύδια κι ετοιμάζουν ζύμη για κεφτεδάκια, οι άντρες σκεπάζουν τις αυλές με τεράστιες τέντες από καραβόπανο και οι νεαροί μεταφέρουν προμήθειες και στήνουν τα τραπέζια και τους πάγκους. Το βράδυ της παραμονής, δεκάδες γυναίκες και κορίτσια κάθονται σε μεγάλους πάγκους και τυλίγουν με τέχνη τα περίφημα ντολμαδάκια σε τεράστιες ποσότητες και πλάθουν μικροσκοπικά κεφτεδάκια. Ανήμερα της γιορτής, τελείται η πρωινή Λειτουργία στην εκκλησία και ακολουθεί η λιτάνευση της εικόνας της Παναγίας στο προαύλιο του ναού, την οποία προσκυνούν οι πιστοί. Σε κοντινό σημείο, οι μάγειρες βράζουν στο ζωμό του κρέατος το πιλάφι (που θα σερβιριστεί με κανέλα) και τηγανητές πατάτες σε μεγάλα καζάνια, στημένα στις «παρανιστιές» όπου καίει η φωτιά από τα ξύλα. Οι καλεσμένοι κάθονται στους μεγάλους πάγκους στη σάλα απέναντι από το ναό. Στη συνέχεια, άνδρες κάθε ηλικίας, οι οποίοι φορούν μια ειδική άσπρη ποδιά, σερβίρουν χέρι με χέρι το ψωμί, το κρασί και το κυρίως πιάτο του πανηγυριού που περιέχει ντολμαδάκια, πιλάφι και κρέας κοκκινιστό με πατάτες τηγανητές. Μετά το φαγητό, όλοι μαζεύονται στο προαύλιο της εκκλησίας και αρχίζει το γλέντι με τη λύρα, το λαούτο, τους χορούς και τις μαντινάδες, που διαρκεί μέχρι το ξημέρωμα.
Άλλα σημαντικά πανηγύρια της Κάσου είναι το πανηγύρι του Αγίου Γεωργίου στις Χαδιές στις 23 Απριλίου ή σε άλλη ημερομηνία (εξαρτάται από το πότε γιορτάζεται το Πάσχα), της Αγίας Μαρίνας στις 17 Ιουλίου, του Χριστού στις 6 Αυγούστου και του Αγίου Φανουρίου στις 27 Αυγούστου στο χωριό της Αγίας Μαρίνας, του Αγίου Μάμα στις 2 Σεπτεμβρίου στο ομώνυμο μοναστήρι, της Παναγίας Ελέρου στις 7 Σεπτεμβρίου και του Αγίου Σπυρίδωνα στις 12 Δεκεμβρίου.
Εκτός όμως των καθιερωμένων πανηγυριών, υπάρχουν και τα αυτοσχέδια γλέντια που στήνονται αυθόρμητα και χωρίς καμία οργάνωση σε κάποιο καφενείο ή ταβέρνα του νησιού, με τους μουσικούς να πιάνουν τις λύρες τους και τα λαούτα και, παίζοντας παραδοσιακούς σκοπούς, να ξεσηκώνουν σε χορό τους παρευρισκομένους. Τα πειράγματα, το ποτό και τα κεράσματα μπορεί να κρατήσουν μέχρι τα ξημερώματα, χαρίζοντας μια μοναδική εμπειρία στους αμύητους επισκέπτες.
Κασιώτικη Μουσική
Η κασιώτικη μουσική είναι πολύ ιδιαίτερη και χαρακτηρίζεται από πλούτο ανάλογο της ιστορίας του νησιού και δυσανάλογο του μεγέθους του.
Αντλώντας στοιχεία κυρίως από την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα, η κασιώτικη μουσική αποτελεί μια ηχητική σύνθεση με πολλούς σκοπούς, λυρικούς στη μελωδία και λιτούς στη δομή. Γενικά, αποφεύγεται η επίδειξη δεξιοτεχνίας, χωρίς όμως να λείπει τελείως. Σύμφωνα με καταγραφές που έχουν γίνει, στο νησί έχουν παιχτεί πάνω από 74 διαφορετικές σκοποί (μελωδίες).
Οι Κασιώτες είναι ταλαντούχοι μουσικοί και διακεκριμένοι στο είδος τους και τα 2 όργανα που χρησιμοποιούν είναι η παραδοσιακή δωδεκανησιακή λύρα σε σχήμα αχλαδιού με τρεις χορδές που αποτελεί το κύριο όργανο και παίζεται με το δοξάρι, και το λαούτο που συνοδεύει τη λύρα. Αν και η λύρα είναι η παραδοσιακή δωδεκανησιακή, σήμερα συναντάται μόνο στην Κάσο, την Κάρπαθο και τη Χάλκη και κατασκευάζεται από ντόπιους τεχνίτες με ξύλο καρυδιάς, μουριάς ή κυπαρίσσι, ενώ το δοξάρι ξεχωρίζει για τα «γερακοκούδουνα», τα μικρά κουδουνάκια που υπάρχουν κατά μήκος του.
Η παραδοσιακή κασιώτικη μουσική επιβιώνει μέχρι σήμερα περνώντας από γενιά σε γενιά και ήταν και θα παραμείνει κομβικό στοιχείο στην πολιτισμική υπόσταση της Κάσου. Από το 2009 διοργανώνεται κάθε χρόνο στο νησί και η Διεθνής Συνάντηση Λύρας και Οργάνων με Δοξάρι.
Διεθνής Συνάντηση Λύρας και Οργάνων με Δοξάρι
Η Διεθνής Συνάντηση Λύρας και Οργάνων με Δοξάρι είναι ένας ολιγοήμερος θεσμός που ξεκίνησε το 2009 στην Κάσο και πραγματοποιείται κάθε Σεπτέμβριο με σκοπό την αλληλεπίδραση μεταξύ των μουσικών από διαφορετικά μέρη της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Περιλαμβάνει εκθέσεις και παρουσιάσεις μουσικών οργάνων, ομιλίες και φυσικά γλέντια με παραδοσιακά όργανα, τραγούδια και χορό από χορευτικά συγκροτήματα. Στη γιορτή συμμετέχουν μουσικοί και οργανπαίχτες από την Ιταλία, τη Δράμα, την Ικαρία, την Κρήτη, τη Ρόδο, τη Χάλκη, την Κύπρο, την Κωνσταντινούπολη, την Κάρπαθο και τον Πόντο.
Η Διεθνής Συνάντηση Λύρας και Οργάνων με Δοξάρι διοργανώνεται από τοπικούς συλλόγους και το Δήμο Κάσου.
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΧΟΡΟΙ
Σούστα
Η Σούστα αποτελεί τον κυρίαρχο χορό στα κασιώτικα πανηγύρια και χορεύεται από άντρες και γυναίκες σε ανοιχτό κύκλο, με τη συνοδεία της λύρας του λαούτου και του βιολιού αλλά χωρίς τραγούδι.
Οι άνδρες και γυναίκες, αφού χορέψουν έναν κύκλο, χωρίζονται σε δύο ομάδες βάσει του φύλου και τίθενται αντιμέτωπες, σχηματίζοντας ζευγάρια που χορεύουν σε αντίθετη φορά. Μια άλλη μορφή σούστας είναι με όλους τους χορευτές σε μια σειρά να ακολουθούν τον πρώτο χορευτή, ο οποίος κινείται σε πολύπλοκα σχήματα.
Η σούστα έχει μουσικό μέτρο 2/4 και 6 βήματα, με κύριο χαρακτηριστικό τη μικρή έκταση των βημάτων και το ελαφρό «σουστάρισμα» στις μύτες των ποδιών.
Ζερβός
Ο ζερβός είναι χορός που χορεύεται σε ανοιχτό κύκλο από άνδρες και γυναίκες σε τυχαία θέση. Η πιθανή ονομασία του πιθανότατα προέρχεται από την κίνηση του χορού «ζερβά», δηλαδή προς τα αριστερά.
Ο ζερβός έχει μουσικό μέτρο 2/4 (χαρακτηριστικά αργό) που προοδευτικά εξελίσσεται σε πιο γρήγορο, με κύριο χαρακτηριστικό το «σουστάρισμα» που γίνεται κυρίως στο γρήγορο μέρος και είναι σχεδόν ίδιο με αυτό της σούστας.
Κασιώτικες μαντινάδες
Οι κασιώτικες μαντινάδες είναι μια μορφή έμμετρης λαϊκής έκφρασης που αποτυπώνει τα συναισθήματα και τις σκέψεις των ντόπιων.
Πρόκειται για ποιήματα αποτελούμενα από 2 δεκαπεντασύλλαβους στίχους ή 4 ημιστίχια σε ομοιοκαταληξία.
Οι κασιώτικες μαντινάδες είναι ευρηματικές και πολλές φορές προϊόν αυθορμητισμού και σκέψεων της στιγμής, ενώ αντλούν τη θεματολογία τους από όλους τους τομείς της ανθρώπινης ζωής, τον πόνο, την απώλεια, την ξενιτιά, τον έρωτα και άλλα.
Κασιώτικο σπίτι
Το κασιώτικο σπίτι είναι από μόνο του κι αυτό ένα σημαντικό κομμάτι της παράδοσης και αντανακλά τον τρόπο ζωής των ανθρώπων του νησιού.
Πάντως, η παραδοσιακή αρχιτεκτονική που συναντάται εδώ είναι σχεδόν πανομοιότυπη με την αρχιτεκτονική στη γειτονική Κάρπαθο, κάτι που εξηγείται από το γεγονός ότι στην Κάσο δούλεψαν σχεδόν αποκλειστικά Καρπάθιοι τεχνίτες.
Το κασιώτικο σπίτι είναι μια απλή ισόγεια μονόχωρη κατοικία με μικρή αυλή. Στο εσωτερικό του υπάρχει κουζίνα-τραπεζαρία, ο σουφάς με το πανωσούφι, και η μουσάντρα (ξύλινο διαχωριστικό του δωματίου).
Ο σουφάς είναι ουσιαστικά ένα ξύλινο πατάρι-κρεβατοκάμαρα με ξυλόγλυπτα κάγκελα, μια υπερυψωμένη από το δάπεδο κατασκευή και ενσωματωμένη στον τοίχο, που χρησιμεύει για να κοιμάται η οικογένεια (το πανωσούφι είναι λίγο πιο υπερυψωμένο).
Οι χώροι κάτω από την ιδιόμορφη αυτή κατασκευή χρησιμοποιούνται ως αποθηκευτικοί χώροι, ενώ στο μέσο του δωματίου ο κεντρικός στύλος, που είναι στολισμένος με τη στυλομαντίλα, στηρίζει την οροφή συμβολίζοντας τον ξενιτεμένο ναυτικό που λείπει μακριά, αλλά συνεχίζει να είναι η κολόνα του σπιτιού.
Στους τοίχους του δωματίου υπάρχουν εντοιχισμένα ξύλινα ράφια με πορσελάνινα και χρυσοποίκιλτα διακοσμητικά και πιάτα, ενώ το εσωτερικό συμπληρώνεται με ξύλινες κασέλες με κεντήματα και υφαντά, σαμουντάνια (κηροπήγια) και άλλα διακοσμητικά.
Τέλος, το «χοχλάκι» είναι το ασπρόμαυρο βοτσαλωτό που βρίσκεται στην αυλή του παραδοσιακού κασιώτικου σπιτιού.
Έθιμο του αποχαιρετισμού στο λιμάνι
Στην Κάσο υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια το έθιμο του αποχαιρετισμού των καλοκαιρινών επισκεπτών με λύρες, λαούτα, σούστα και μαντινάδες. Το γλέντι που στήνεται από τους ντόπιους, με χορούς και αποχαιρετιστήριους στίχους στην προβλήτα του λιμανιού την ώρα που δένει το πλοίο, δεν αφήνει ασυγκίνητους τους τουρίστες, που πολλές φορές βάζουν τα κλάματα.
Το έθιμο κρατάει από πολύ παλιά, καθώς οι ντόπιοι αποχαιρετούσαν με αυτό τον τρόπο τους συγγενείς τους που έφευγαν από την Κάσο.
Γαστρονομία
Η κασιώτικη κουζίνα είναι ένα μοναδικό αποτέλεσμα μιας σύνθεσης επιρροών από την Ανατολή και τη Δύση, παρουσιάζοντας μια μεγάλη ποικιλία φαγητών που ξεπερνά κατά πολύ το μέγεθος του μικρού και άγονου αυτού βράχου.
Η κασιώτικη κουζίνα είναι ένα μοναδικό αποτέλεσμα μιας σύνθεσης επιρροών από την Ανατολή και τη Δύση, παρουσιάζοντας μια μεγάλη ποικιλία φαγητών που ξεπερνά κατά πολύ το μέγεθος του μικρού και άγονου αυτού βράχου.
Η επαφή των κατοίκων του νησιού που έγιναν ναυτικοί και επαγγελματίες μάγειρες των καραβιών ή των εστιατορίων του εξωτερικού, εμπλούτισε την τοπική κουζίνα με γεύσεις, ιδέες και ιδιαίτερες συνταγές, κάποιες εκ των οποίων δε συναντώνται σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Τα νόστιμα και πρωτότυπα πιάτα θα τα γευτείς στα πανηγύρια, τις γιορτές, αλλά και άλλες μέρες στις ταβέρνες του νησιού στο Φρυ, στην Αγία Μαρίνα, στο Αρβανιτοχώρι και στην παραλία του Εμπορειού.
Η Κάσος φημίζεται για τα τυροκομικά της προϊόντα, τα οποία παράγονται στο μοναδικό τυροκομείο του νησιού. Η σιτάκα, το σήμα κατατεθέν του τόπου, είναι το μαλακό κρεμώδες τυρί από πρόβειο ή κατσικίσιο γάλα (ανάλογα με την εποχή) που έχει βράσει επί ώρες και τρώγεται ως σάλτσα στις μακαρούνες ή μπαίνει πάνω στις κουλούρες. Επίσης, ξεχωρίζουν και η μυζήθρα, η ελαϊκή (ξερή αλμυρή μυζήθρα που έχει μείνει σε δοχείο σκεπασμένη με βούτυρο για μήνες), το αλμυροτύρι (γραβιέρα που ωριμάζει σε άλμη) και το ανθότυρο. Πολύ σπάνιο, αλλά πολύ νόστιμο σύμφωνα με τους ντόπιους, είναι και το «καούλι», το ντόπιο βούτυρο που θέλει συγκεκριμένη επεξεργασία μέσα σε μια ειδική θήκη δέρματος.
Το ροΐκιο, είδος αγριόχορτου που μοιάζει με το ραδίκι, μπαίνει στην «άλμη» και μαγειρεύεται μετά από καιρό, ενώ σερβίρεται βραστό σαν σαλάτα ή γιαχνί, μαγειρεμένο με ντομάτα.
Ένα πολύ γευστικό κυρίως πιάτο του νησιού είναι οι μακαρούνες. Τα χειροποίητα ζυμαρικά μοιάζουν με τις πέννες και σερβίρονται ή με σκόρδο (σκορδομακαρούνες), ή με σιτάκα (που εδώ είναι σαν μια τοπική κρέμα γάλακτος) και ως σάλτσα από πάνω έχουν καραμελωμένο κρεμμυδάκι και το λάδι στο οποίο τσιγαρίστηκε. Το κατεξοχήν παραδοσιακό αυτό φαγητό των βοσκών, είναι το κυρίως γεύμα στο πανηγύρι του Χριστού στις 6 Αυγούστου κατ’εξαίρεση, λόγω της νηστείας πριν το δεκαπενταύγουστο.
Το εμβληματικό φαγητό του νησιού για τα πανηγύρια -και όχι μόνο- είναι τα περίφημα ντολμαδάκια, που φτιάχνονται μεν με τη γνωστή συνταγή, αλλά η ιδιομορφία τους έγκειται στην προετοιμασία και το μέγεθος. Οι «ντουρμά(δ)ες», όπως αναφέρονται χαρακτηριστικά από τους ντόπιους, είναι πολύ πιο μικροί από τους συνηθισμένους και τυλίγονται με δεξιοτεχνία από τις νοικοκυρές σε αμπελόφυλλα σε ειδικό σχήμα. Χαρακτηριστικό του μικρού μεγέθους τους είναι ότι σε ένα μόνο αμπελόφυλλο τυλίγονται 3-6 ντολμαδάκια. Μάλιστα, τις παραμονές του πανηγυριού το δεκαπενταύγουστο στο χωριό Παναγία, οι επισκέπτες έχουν την ευκαιρία όχι μόνο να δουν τη διαδικασία, αλλά και να συμμετάσχουν και οι ίδιοι τυλίγοντας τα δικά τους ντολμαδάκια, υπό την καθοδήγηση των γυναικών του νησιού.
Άλλο ένα δημοφιλές πιάτο των πανηγυριών (και του γάμου) είναι το κασιώτικο πιλάφι που είναι κόκκινο και γίνεται από ρύζι που έχει βράσει σε ζωμό κρέατος με ντομάτες. Σερβίρεται πασπαλισμένο με κανέλλα και με το κρέας σκέτο ξεχωριστά.
Στην κασιώτικη κουζίνα περίοπτη θέση έχουν τα ψάρια και τα θαλασσινά. Ο σκάρος, το χαρακτηριστικό ψάρι του Καρπάθιου Πελάγους, τρώγεται είτε ψητός με τα λέπια και τα εντόσθιά του (εκτός της χολής που αφαιρείται), είτε τηγανητός, ακόμα και πλακί (κοκκινιστός στο φούρνο με κρεμμύδια). Οι παστές μένουλες που μοιάζουν με τη σαρδέλα και σερβίρονται με λαδόξυδο, οι αστακοί, οι καραβίδες και η καραβιδομακαρονάδα, καθώς και το κατάμαυρο «σουπιοπίλαφο» που γίνεται με μελάνι φρέσκιας σουπιάς, συμπληρώνουν το θαλασσινό μενού της Κάσου.
Επίσης, σε πολλές κουζίνες της Ανατολικής Μεσογείου το «γέμισμα» διάφορων φαγητών είναι σύνηθες, κάτι που συναντάται και στην Κάσο με τα μπουστιά, αρνίσια εντόσθια γεμιστά με «πασπαρά» (κιμάς, συκώτι και ρύζι), τα γεμιστά ζαρζαβατικά και τα κολοκυθοπούλια, τους γεμιστούς κολοκυθοανθούς.
Από γλυκά, ξεχωρίζουν τα μοσχοπούγκια που γίνονται γεμιστά με αμύγδαλα, ζάχαρη και ανθόνερο και οι ξυλικόπιτες που μοιάζουν με τις δίπλες. Τέλος, οι κουλούρες, τα τραγανά διπλοφουρνιστά κουλούρια συνοδεύουν ιδανικά τον καφέ και το τσάϊ.
Διακοπές στην Κάσο
Οι διακοπές στην Κάσο αποτελούν μια διαφορετική πρόταση που ενέχει χαλαρούς ρυθμούς, μοναχικές βουτιές και αξέχαστες γευστικές αναμνήσεις στον ουρανίσκο.
Οι διακοπές στην Κάσο αποτελούν μια διαφορετική πρόταση που ενέχει χαλαρούς ρυθμούς, μοναχικές βουτιές και αξέχαστες γευστικές αναμνήσεις στον ουρανίσκο.
(δες το Gallery στο τέλος της ιστορίας)
Με γαστρονομία, «ναυτοσύνη» και παράδοση δυσανάλογες του μεγέθους της, η Κάσος παρουσιάζει μια ακόμα αξιοσημείωτη ιδιομορφία: αν και εκπέμπει στην αύρα της ότι δεν έχει ανάγκη τους τουρίστες, έχει ιδιαίτερα φιλόξενους κατοίκους που αντιμετωπίζουν τον επισκέπτη με οικειότητα που παραπέμπει σε πολυετή γνωριμία. Ένα απομονωμένο νησί της άγονης γραμμής που σε διδάσκει την αρετή της απλότητας και επαναπροσδιορίζει τη σχέση σου με το ταξίδι, εξαργυρώνοντας με αυτό τον τρόπο τις πολλές ώρες που απαιτούνται για να το προσεγγίσεις.
Η καλύτερη περίοδος για να έρθεις στο νησί είναι το καλοκαίρι και πιο συγκεκριμένα από τα μέσα Ιουλίου και μετά, αφού τότε έχουν ζεστάνει τα νερά και πυκνώνουν τα τοπικά πανηγύρια που είναι η επιτομή της τοπικής παράδοσης, το απόλυτο πολιτιστικό γεγονός και η σπουδαιότερη διαχρονικά μορφή διασκέδασης για τους ντόπιους. Άλλωστε, η Κάσος δεν είναι από τα νησιά που «πλήττεται» από την Αυγουστιάτικη κοσμοπλημμύρα των αδειούχων.
Περπάτημα στα 5 χωριά του νησιού και πεζοπορία μέχρι τις απρόσιτες ακτές, off road διαδρομές σε χωμάτινους δρόμους, επίσκεψη στα 3 μουσεία και στα 2 σπήλαια, μαγευτικά ηλιοβασιλέματα από μοναστήρια-«μπαλκόνια» στο Λιβυκό και το Καρπάθιο, κολύμπι στις ασυνήθιστες παραλίες και θαλάσσια σπορ που ευνοούνται από τον άνεμο, συνθέτουν την εικόνα του νοτιότερου νησιού στα Δωδεκάνησα.
Γενικά, οι κασιώτικες ακτές απευθύνονται σε όλους, καθώς οι επιλογές για βουτιές περιλαμβάνουν τα πάντα: βραχώδεις ή αμμουδερές ακρογιαλιές, προσβάσιμες με σκάφος, αυτοκίνητο ή με τα πόδια, ερημικές και χωρίς υποδομές ή οργανωμένες και ιδανικές για οικογένειες, ακόμα και τελείως εξωτικές (όπως η παραλία Μάρμαρα στα γειτονικά Αρμάθια, που θεωρείται μια από τις καλύτερες στη Μεσόγειο).
Οι τουριστικές υποδομές διαμονής που προσφέρονται στην Κάσο είναι συγκεκριμένες και πολύ περιορισμένες, αφού είναι και λίγοι οι τουρίστες που φτάνουν σε αυτό το κομμάτι γης στην εσχατιά του Αιγαίου. Η συντριπτική πλειοψηφία των καταλυμάτων βρίσκεται στο Φρυ, που είναι η πρωτεύουσα του νησιού και αυτά είναι ενοικιαζόμενα δωμάτια, μικρά ξενοδοχεία ή και κάποια παραδοσιακά κασιώτικα σπίτια με την παλιά διαρύθμιση που είναι προς ενοικίαση.
Η κύρια μορφή διασκέδασης στο νησί είναι τα πανηγύρια, που αποτελούν μια ευκαιρία να δοκιμάσεις την κασιώτικη κουζίνα στα καλύτερά της, τρώγοντας παραδοσιακά πιάτα (μακαρούνες με σιτάκα, ντολμαδάκια, κασιώτικο πιλάφι), ακούγοντας κασιώτικες μαντινάδες, και χορεύοντας ζερβό και σούστα υπό τους ήχους της λύρας και του λαούτου. Βέβαια, δεν αποκλείεται να συμμετάσχεις και σε ένα αυτοσχέδιο γλέντι που θα στηθεί αυθόρμητα σε κάποιο καφενείο, παρέα με τσίπουρο και κρασί. Κατά τα άλλα, το πιο πολυφωτογραφημένο και γραφικό σημείο στο νησί, το λιμανάκι της Μπούκας, είναι η καρδιά της διασκέδασης με διάφορα ταβερνάκια, καφετέριες και μπαράκια.
Αναμφισβήτητα, οι διακοπές στην Κάσο αντιπροσωπεύουν την υπεροχή της αγνότητας και ενδείκνυνται για τους λάτρεις της αυθεντικότητας και όσους ψάχνουν την αντιτουριστική και ανεπιτήδευτη εξοικείωση με έναν τόπο.